
Γιατί ο Graham Masterton είναι σαν το σουβλάκι

Το παρακάτω κείμενο για τον Graham Masterton διαβάστηκε στο πλαίσιο των Reflections at Death Disco το 2016, σε αφιέρωμα για συγγραφείς τρόμου.
Θα ξεκινήσω με μία φράση που δε φανταζόσταν ποτέ ότι θα ακούγατε σε ένα αφιέρωμα για τον Γκράχαμ Μάστερτον: “Ελπίζω να έχετε φάει καλά. Γιατί, μέχρι να τελειώσω, πολλούς από εσάς θα τους έχει πιάσει λιγούρα.”
Πριν κάμποσο καιρό, με έναν εκλεκτό και τρομολάγνο φίλο, καθόμασταν και συγκρίναμε συγγραφείς τρόμου με φαγητά που έχουν κρέας.
Ας πάρουμε για παράδειγμα τον Λάβκραφτ. Ο Λαβκραφτ είναι σα μοσχαράκι λεμονάτο με πατάτες. Ξέρετε, πολλές σάλτσες, παλαιομοδίτικο όσο δεν πάει, αλλά παραδοσιακό όσο δεν πάει. Δηλαδή σκεφτείτε το, Κυριακή μεσημέρι, η φαμίλια γύρω από το τραπέζι, ε, πιο παραδοσιακό δε γίνεται.
Από την άλλη ο Ρίτσαρντ Μάθεσον είναι πιο λαικός και απλός, πιο κοντά στο μέσο άνθρωπο, σαν μία μπριζόλα ψητή. Ένα μεγάλο κομμάτι κρέας εδώ, από εκεί λίγες πατάτες τηγανιτές, λίγη σαλάτα κλπ. Παραδεχτείτε το, όταν σας λένε κρέας οι πιο πολλοί αυτό σκέφτεστε και, επίσης, όταν σας λένε “τρόμος” σκέφτεστε τον Μάθεσον, κι ας μην έχετε διαβάσει ούτε τον Ζωντανό Θρύλο ούτε το Hell House.
Υπάρχει πάντα και ο Κινγκ. Τα βιβλία του είναι τεράστια, τίγκα στο ξύγκι, αλλά ωραίο ξίγκι, και σε μπουκώνουν. Δεν τα τρως στην μία καθισιά. Καλή ώρα σαν το αρνάκι του Πάσχα.
Τον Barker από την άλλη δεν μπορώ να τον κατατάξω σε ένα μόνο πιάτο. Θα έλεγα ότι είναι σαν την ασιατική κουζίνα. Σε μικρές δόσεις, βλέπε πχ τα βιβλία του αίματος, είναι κάπως σαν Ταντούρι ή τεριγιάκι, δηλαδή πρακτικά σουβλάκι αλλά δεν πιστεύεις ότι κάποιος έκανε κάτι τόσο περίεργο με τα μπαχαρικά. Στα πιο μεγάλα του, ο τρόμος, δηλαδή το κρέας υπάρχει, αλλά σε μία θάλασσα από μπαχαρικά, ζουμί, λαχανικά, ρύζια και ρυζομακάρονα. Γιατί κακά τα ψέματα, όταν σαν λένε για κοτόπουλο Τσοπ Σούι ή κοτόπουλο Βινταλού δε σκέφτεστε κρεάς. Πιθανότατα να σκέφτεστε “τι λέει τώρα αυτός ο τύπος, επικαλείται μήπως αρχαίους δαίμονες;”
Που μου θυμίζει ότι έχουμε να κάνουμε μία συζήτηση για τον Γκράχαμ Μάστερτον και το τι είδους κρέας είναι. Πριν από αυτό όμως μία τελευταία διακοπή. Ξέρω πολύ καλά ότι υπάρχει κάποιος στο κοινό που τόση ώρα κρατιέται να μη με διακόψει. Νιώθω την αγανάκτησή του να μεγαλώνει στη σιωπή, μέχρι που κοντεύει να ξεπεράσει το 9000.
Θα σας πω τι σκέφτεται. Άκουσε ότι ο Λαβκραφτ είναι ότι πιο παραδοσιακό γίνεται στον τρόμο και θέλει να ρωτήσει: “Και ο Πόε; Και ο Πόε δεν είναι παραδοσιακότατος τρόμος; Ο Πόε τι κρεατικό είναι;”
Αγαπητέ φίλε, τόσο που έπινε είναι κόκορας κρασάτος.
Ο Μάστερτον λοιπόν.
Ο Μάστερτον είναι σαν το σουβλάκι. Και για να μην έχουμε τις γνωστές παρεξηγήσεις, για τους φίλους που είναι από βόρεια Ελλάδα, ο Μάστερτον είναι σάντουιτς πίτα-γύρο-αλοιφή-πατάτα-τομάτα-κρεμμύδι.
Και δεν το λέω αυτό ως κακία, ότι δηλαδή όπως και τα σουβλάκια έτσι και τα βιβλία του Μάστερτον είναι ένα περιτύλιγμα για πολύ και κομματιασμένα κρέατα… αν και είναι μία τέλεια περιγραφή τώρα που το ξανασκέφτομαι.
Η ομοιότητα είναι αλλού. Σκεφτείτε σκηνικό, είστε σπίτι, σας έχει πιάσει λιγούρα, λέτε “ρε μπας και να παραγγείλω κανένα σουβλάκι”. Αντίστοιχα, όταν εμένα με πιάνει τρομολιγούρα λέω “ρε, μπας και να διαβάσω κανέναν Μάστερτον;” Αυτό που κάνει και το σουβλάκι και τα βιβλία του Μάστερτον ιδανικά είναι ότι ξέρεις τι ακριβώς παίρνεις: Πρώτο κεφάλαιο άγριος φόνος. Κάμποσο μυστήριο. Κακομοίρης πρωταγωνιστής κάνει έρευνα. Καναδυο ακόμα άγριοι φόνοι. Λίγο περιγραφικό σεξ. Αναμέτρηση με αρχαίο δαίμονα και τέλος.
Και αν είσαι τυχερός, με το που ανοίγεις το περιτύλιγμα και τρως την πρώτη δαγκωνιά έχει τόσο υπέροχη κρεατίλα που λες “Πω! Δεν πρόκειται να φάω τίποτε άλλο στη ζωή μου!” Καλή ώρα όπως όταν διαβάζεις το πρώτο κεφάλαιο του “Άρχοντα του Ψεύδους”.
Τώρα, όπως και το σουβλάκι μπορεί το βιβλίο να είναι μικρό ή μεγάλο. Νόστιμο ή να έχει αρπάξει κάπου η πίτα, ο γύρος να είναι λίγο άψητος και πάει λέγοντας. Όμως πόσο χάλια μπορεί να είναι πια ένα σουβλάκι;
Σε κάτι άλλο επίσης που μοιάζουν με σουβλάκια τα βιβλία του Μάστερτον είναι ότι, παρόλο που η βασική ιδέα παραμένει αναλλοίωτη, είναι οι επιμέρους αλλαγές στα συστατικά που το κάνουν ενδιαφέρον. Μπορεί πχ να είναι από χοιρινό και μέσα στην παράδοση, όπως το “Σάρκα και Αίμα”. Ή μινιόν, φάση δαίμονες της Νορμανδίας.
Αν πάλι είσαι γκαντέμης παίζει το κρέας να είναι σαν τον Μισκουιμάκους του Μανιτού: αρχαίο, που ταξίδεψε στο παρόν για να εξοντώσει τη λευκή φυλή, ή έστω αυτόν που έκανε το λάθος να το φάει.
Παίζει να το παραγγείλεις από σουβλακερί, ξέρετε, από κατάλογο τέλεια φωτοσοπαρισμένο και με πιτόγυρα σε λαχταριστές φωτογραφίσεις, σαν ημερολόγιο της Πιρέλλι, αλλά πίσω από αυτή τη μόστρα ίσως να μη βρίσκεται αυτό που είδες. Καλή ώρα σαν τον καθρέφτη στο ομώνυμο βιβλίο.
Από την άλλη, θα παραγγείλεις από το σάπιο συνοικιακό σουβλατζίδικο, θα σου έρθει σε χιλιοσκισμένο περιτύλιγμα, όμως θα είναι το πιο μερακλήδικο σουβλάκι που έφαγες στη ζωή σου. Αυτό είναι το “Ο δαίμονας επιστρέφει” από τη βιβλιοθήκη του τρόμου.
Αν είσαι επίσης γκαντέμης θα έχει μέσα γάτα. Όπως το “Αυτοί που ποτέ δεν κοιμούνται”. Και θα αηδιάζεις μετά όποτε το θυμάσαι…
Κάτι άλλο που κάνει τον Μάστερτον ενδιαφέροντα είναι και οι εξωτικές κουλτούρες που χρησιμοποιεί.
Δηλαδή μπορεί αντί για πιτόγυρο να σου σερβίρει πιο οριεντάλ πράγματα, πχ σουτζούκι σε πίτα (Ντζίν) ή φαλάφελ με χούμους (Σφίγγα – που είναι παρανόρμαλ ρόμανς από τα 70’s).
Από την άλλη θα σε πάει σε πιο φιούζιον φάση και θα σου σερβίρει τορτίγια με σουβλάκι από τεξ μεξ κοτόπουλο και γουακαμόλε σος, όπως στο “Τραύμα”.
Μέχρι και “παιδικά” έχει ο άτιμος, πίτα-καλαμάκι-πατάτα όπως το αστυνομικό “Υπέροχη ομορφιά” ή και χωρίς κρέας για όσους δεν αντέχουν, και μιλάω φυσικά για ένα άρλεκιν που είχε κυκλοφορήσει ως βίπερ το 93 με τίτλο “Οι κυριάρχοι των αιθέρων”.
Ξέρετε τι δε μου αρέσει στο σουβλάκι όμως; Ότι όταν πια φτάσεις στο τέλος του, είναι απλά λίγο ψωμί τυλιγμένο σε χωνάκι, μαζί με ότι λάδι έχει κυλίσει από πάνω. Το τελείωμά του είναι τόσο απογοητευτικό όσο υπέροχη είναι η πρώτη μπουκιά. Και με τα βιβλία του Μάστερτον το ίδιο παθαίνω, το τέλος είναι συνήθως απογοήτευση, κάτι για να μη χυθεί το υπόλοιπο περιεχόμενο από τα εξώφυλλα.
Και κάτι τελευταίο πριν κλείσω: υπάρχει ένα βιβλίο από Μάστερτον που λέγεται Τένγκου. Αυτό δεν είναι με την καμία σουβλάκι. Αν θέλετε να το παρομοιάσουμε με κάτι τυλιχτό θα λέγαμε ότι είναι ρολό σούσι. Και το ρολό σούσι έχει μία τεράστια διαφορά από το σουβλάκι. Είναι γαμιστερό ακόμα και όταν φτάνεις στο τέλος του.