
Ο Eric Draven (The Crow) είσαι ΕΣΥ!

Διαβάστηκε πριν δύο Οκτώβρηδες στο Reflections at Death Disco, ως αφιέρωμα στο The Crow του James O’ Barr.
Για δύο πράγματα είμαι σίγουρος όταν πηγαίνω σε ένα πάρτυ για το Halloween: Αυτός που έχει αναλάβει τη μουσική δεν πρόκειται να παίξει Misfits (αν και θα έπρεπε) και κάποιος σίγουρα θα έχει μεταμφιεστεί σε Έρικ Ντρέηβεν…
Κάποιος πιο κυνικός θα πει ότι ο Ντρέηβεν είναι μία εύκολη μεταμφίεση: βάζεις εκεί μαύρα, μια καμπαρτίνα, βάφεσαι σαν αρλεκίνος και το έχεις, ειδικά αν είσαι λεπτός και μαλλιάς.
Δε νομίζω όμως ότι είναι ακριβώς έτσι τα πράγματα.
Το Halloween, βλέπετε, είναι γιορτή για τους νεκρούς, για την ανάπαυση των ψυχών που έχουν φύγει. Μέχρι και οι γιαγιάδες μας το γιορτάζουν, απλά το κάνουν άλλη μέρα και το λένε ψυχοσάββατο. Τι γίνεται όμως με τις ψυχές πού μένουν πίσω; Πότε αναπαύονται;
Κοιτάξτε, δε θα έλεγα ότι όλοι μας είμαστε ακριβώς αυτό που θα λέγαμε φυσιολογικοί άνθρωποι. Και δεν είμαι σίγουρος για το τι θα κάναμε αν ένα αγαπημένο μας πρόσωπο μας ξεριζωνόταν βίαια από τη ζωή μας.
Ας πάρουμε για παράδειγμα έναν δημοφιλή χαρακτήρα, τον Μπρους Γουέην. Όταν οι γονείς του δολοφονούνται αυτός πάει στην Ασία να εκπαιδευτεί σα νίντζα και μετά περνάει τα βράδια του ντυμένος νυχτερίδα να δέρνεται με κακοποιούς που έχουν αστεία κουστούμια.
Δηλαδή ήμαρτον ρε φίλε, είσαι εκατομμυριούχος, δε σου περισσεύουν για έναν καλό ψυχολόγο;
The Crow, το κόμικ
Ο James O’ Barr σίγουρα δεν ήταν φυσιολογικό άτομο. Όταν η αρραβωνιαστικιά του σκοτώθηκε από έναν ασυνείδητο οδηγό έκατσε και, ακούγοντας Cure και Joy Division, έγραψε το κόμικ The Crow, που εκδόθηκε το 1989.
Σε αυτό πρωταγωνιστής είναι ο Έρικ, ένας απλός συνηθισμένος άνθρωπος. Μία ωραία ημέρα πάει βόλτα με την αρραβωνιαστικιά του, την Σέλι, μόνο πως το αμάξι τους μένει στην ερημιά, περνάει μία συμμορία, τον πυροβολούν στο κεφάλι και βιάζουν και σκοτώνουν τη Σέλι. Ένα κοράκι έρχεται να πάρει την ψυχή του και τον συμβουλεύει να κλείσει τα μάτια, όμως αυτός τα βλέπει όλα.
Ένα χρόνο μετά επιστρέφει από τον τάφο του με πρόσωπο βαμμένο σαν αρλεκίνου και κάνει ακριβώς αυτό που θα έκανε ένας κανονικός άνθρωπος στη θέση του: πάει και σκοτώνει έναν προς έναν αυτούς που τον έφαγαν.
Και το κάνει με στυλ: απαγγέλλει ποιήματα, στίχους, χρησιμοποιεί μαχαίρια, πίστολια, κατάνες, ενέσεις, τα πάντα όλα. Στο ενδιάμεσο θυμάται τις όμορφες στιγμές που πέθαναν μαζί με τη Σέλι σε φλασμπακ. Το παρόν είναι σκοτεινό και άσχημο, με φόντο μία σύγχρονη νεκρόπολη, σχεδιασμένο με χοντρά μελάνια, βίαιο και χαοτικό. Το παρελθόν είναι τρυφερό, όλο ζωή και ομορφιά.
Η πλοκή είναι υποτυπώδης, οι χαρακτήρες το ίδιο. Ο Έρικ βρίσκει συντροφιά μόνο στον αστυνομικό που διερεύνησε την υπόθεσή του και που πλέον μαζεύει τα πτώματα από τους δρόμους, αλλά και σε ένα κορίτσι που η ναρκομανής μάνα του το αγνοεί. Όλοι οι υπόλοιποι είναι ένα μάτσο αποβράσματα που πεθαίνουν όπως έζησαν, βίαια. Κάποιοι καταλαβαίνουν το λάθος τους και μετανοούν, αποδεχόμενοι τη μοίρα τους. Κάποιοι αντιστέκονται. Κάποιοι το φιλοσοφούν. Ένας χάνει τα πόδια του και ζητάει πίσω τις μπότες του γιατί τις βλέπει και νιώθει τα πόδια του να κρυώνουν (μία από τις καλύτερες στιγμές του κόμικ).
Και όλα αυτά είναι οι συνέπειες μίας απλής, καθημερινής, τυχαίας τραγωδίας. Δεν υπάρχει κάποιο μεγαλύτερο σχέδιο, δεν υπάρχει κάποια εικόνα σε αυτήν την τρέλα. Υπάρχει μόνο μία νεκρή κοπέλα και μία φρενιασμένη εκδίκηση εναντίον των δολοφόνων της. Ο Έρικ σκοτώνει αλύπητα όσους είναι υπεύθυνοι, αλλά δεν το κάνει για κάποιον ανώτερο σκοπό, πχ δικαιοσύνη ή ασφάλεια, αλλά για να ξορκίσει το πένθος του. Όταν πια ξεμπερδέψει από αυτούς, πάει και βρίσκει τη γαλήνη κοντά της – ας ασχοληθεί κάποιος άλλος με όλους τους άλλους παρανόμους.
Τολμώ να πω ότι ο Έρικ από το Κοράκι είναι ο ορισμός του αντι-Μπάτμαν.
Το κόμικ τώρα είναι ότι πιο γκόθικ ρόκ έχω διαβάσει, μαυρόασπρο, άσχημο και σκληρό τη μία στιγμή, γαλήνιο και τρυφερό την επόμενη, πλημμυρισμένο από συναίσθημα. Θεωρείται δίκαια κλασικό και δεν είναι παράξενο που έγινε από πολύ νωρίς καλτ φαινόμενο.
Και ναι, τώρα ξέρω τι σκέφτεστε μερικοί που διαβάζετε τόση ώρα: μα καλά, τι λέει αυτός ο τύπος; “Γιο, μάγκα, δεν ξέρω τι είχες πάρει όταν την έβλεπες, αλλά θέλω κι εγώ λίγο. Έτσι, να γυρνάει το πράγμα. Στην ταινία που είχα δει εγώ δε γινόταν τίποτα από τα όσα είπες.”
The Crow, η ταινία
Απολύτως λογικό. Όταν το κόμικ μεταφέρθηκε σε ταινία, το 1994, οι πιο εσωστρεφείς πτυχές του κόμικ έφυγαν, για να δώσουν τη θέση τους σε ένα πιο παραδοσιακό θρίλερ τρόμου. Εδώ έχουμε έναν ροκ μουσικό, τον Έρικ Ντρέηβεν, που δολοφονείται όταν μια συμμορία σκοτώνει αυτόν και τη φίλη του, την Σέλι Γουέμπστερ παραμονή Halloween.
Μόνο πως δεν είναι ένας τυχαίος φόνος. Αντίθετα το κάνουν για να τρομοκρατήσουν την ακτιβίστρια Σέλι για λογαριασμό του τοπικού βαρώνου του εγκλήματος που κάνει κτηματομεσητικές απάτες (για αυτό και κάνουν και εμπρησμούς κτηρίων). Ο Έρικ γυρνάει από τον τάφο και τους ξεπαστρεύει έναν προς έναν.
ΟΚ, ναι, η πλοκή μπατμανίζει λίγο και νομίζω είναι λογικό, φαντάζομαι ότι η ταινία ξεκίνησε να γυρίζεται και λόγω της επιτυχίας του Μπατμαν του Μπάρτον, σε φάση “Ρε Μπομπ, τι σκοτεινό κόμικ έχουμε να κάνουμε ταινία”. “Να, ήταν αυτό το κόμικ που θέλαμε να κάνουμε Μιούζικαλ με τον Μάικλ Τζάκσον αλλά δε μας βγήκε, το κοράκι, ας βάλουμε κανέναν καινούριο σκηνοθέτη να το γυρίσει.”
Στην πορεία τους βγήκε αριστούργημα, σε μεγάλο βαθμό επειδή ο νέος σκηνοθέτης, ο Άλεξ Πρόγιας έκανε μια ταινιάρα που άλλαξε σε μεγάλο βαθμό το πως γυρίζονταν οι ταινίες έκτοτε. Υπάρχουν αυτά τα απίστευτα χρωματικά φίλτρα, το πως όλα είναι μουντά και γκρίζα στο παρόν, το πως τα φλασμπακ έχουν ζεστά χρώματα ή στην τελική αναμέτρηση έχουμε το κόκκινο της κόλασης, εκείνες τις τρελές γωνίες και το πανέξυπνο μοντάζ που υπονοεί πετυχημένα όλες τις σκηνές που δεν είχαν λεφτά ή τεχνολογία να γυρίσουν με τα εφέ του σήμερα.
Σας το λέω με το χέρι στην καρδιά, ακόμα και στην μετά το Matrix εποχή που έχουμε bullet time και slo-mo ακόμα και όταν οι χαρακτήρες μιλάνε, το Κοράκι μοιάζει ακόμα εντυπωσιακό.
Και έχουμε και εκείνο το απίστευτο σάουντρακ με τους Cure και το Every time I burn.
Αλλά, αυτό που κάνει τον Έρικ Ντρέηβεν να ξεχωρίζει είναι από την εξαιρετική ερμηνεία του αδικοχαμένου Μπράντον Λη στον πρωταγωνιστικό ρόλο.
Ως κοράκι είναι ένας μανιακός αρλεκίνος, τη μισή ώρα παίζει με τα θύματά του με ένα σαρδόνιο χιούμορ και την αμέσως επόμενη είναι ένας ψυχρός και βίαιος άγγελος θανάτου. Όπως και ο πατέρας του, ο Μπρους Λη, καταφέρνει να αντισταθμίζει όλη αυτή τη σκληρότητα με μία ζωντάνια που δεν ταιριάζει σε έναν άνθρωπο νεκρό. Ο Έρικ Ντεηβεν της ταινίας δεν είναι ένα φάντασμα, ένα άδειο κέλυφος βίας όπως στο κόμικ. Είναι ένας άνθρωπος με καρδιά που δε διστάζει να τη δείξει στους ανθρώπους εκείνους που νοιάζονται για αυτόν, όπως τον αστυνόμο και την μικρή Σέρι (οι ρόλοι των οποίων έχουν αναβαθμιστεί).
Το αποτέλεσμα είναι επίσης γκόθικ ροκ του κερατά, σε αυτό δε χωράει αμφιβολία, για εντελώς διαφορετικούς όμως λόγους. Το πνεύμα του κόμικ δεν αλλάζει, όμως εδώ το μοναχικό πένθος του κόμικ το αντικαθιστά η συντροφιά των άλλων.
Γιατί ο χάρτινος Έρικ και ο Έρικ Ντρέηβεν είναι απλά δύο μάσκες της απώλειας και του κενού που αφήνει, της ανάγκης για εκδίκηση που πλήττει αυτόν που μας πρόδωσε. Κοράκια έχουμε δει και άλλα. Έχουμε δει πατέρα, ινδιάνο, γυναίκα, ομοφυλόφιλο άντρα στις χάρτινες και κινηματογραφικές συνέχειες του κορακιού. Όμως, στον πυρήνα του το κοράκι είναι απλά μία μάσκα, η μάσκα της εκδίκησης που, ίσως, ο κάθε ένας από εμάς να μπορούσε να φορέσει αν η μοίρα το έφερνε έτσι.
[bctt tweet=”Άσε που αν είσαι ψηλέας, μαλλιάς και ντυμένος Kοράκι παίζει να βγάλεις πιο εύκολα γκόμενα…” username=”MihalisGeorg”]